Σε κλίμα βαθιάς συγκίνησης συγγενείς, φίλοι, συνάδελφοι και πολιτικοί είπαν το τελευταίο «αντίο» στον Βασίλη Λυριτζή στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών. Ο δημοσιογράφος έφυγε από τη ζωή τα ξημερώματα της Τρίτης, σε ηλικία 62 ετών, χάνοντας τη μάχη με τον καρκίνο.

Ο Βασίλης Λυριτζής άφησε την τελευταία του πνοή στο νοσοκομείο Άγιος Σάββας στις 05:10 τα ξημερώματα της Τρίτης, βυθίζοντας στο πένθος όσους τον γνώρισαν, είτε προσωπικά είτε μέσα από τις εκπομπές και τα κείμενά του, όσους συνεργάστηκαν μαζί του και κυρίως τους ανθρώπους με τους οποίους συνέδεσε τη ζωή του σε προσωπικό επίπεδο.

Συγκλόνισαν οι επικήδειοι των φίλων του

Συγκλονιστικοί ήταν οι επικήδειοι των φίλων του δημοσιογράφων, αλλά και πολιτικών.

«Η δουλειά μας των δημοσιογράφων είναι να γράφουμε λέξεις. Για τα μεγάλα και τα μικρά τα δύσκολα. Θέλω όμως μερικές φορές να πω ότι οι λέξεις αντιστέκονται», είπε ο Χρήστος Μαχαίρας, συνάδελφος και καλός φίλος του Βασίλη Λυριτζή. «Στην περίπτωση του Βασίλη Λυριτζή οι λέξεις φτιάχνουν ένα κόμπο στο λαιμό.  Δυσκολεύονται να βγουν. Οφείλω να πω ότι ο Βασίλης δεν παραδόθηκε ποτέ μέχρι τέλους. Αυτοί οι τελευταίοι μήνες της ζωής του για μας και τους φίλους του για την κωλοπαρέα όπως μας έλεγε ήταν ένας λόγος που μεγένθυνε την απώλεια. Η απουσία του είναι μια απώλεια επώδυνη για όσους τον γνώρισαν. Και δουλέψαμε μαζί του. Ο Βασίλης ήταν όλα αυτά που λένε από χθες επώνυμοι και ανώνυμοι στις αναρτήσεις τους. Αλλά ήταν και κάτι άλλο. Δεν ήταν εύκολος. Τον μάθαμε απέξω και ανακατωτά όσοι βρεθήκαμε μαζί του στην ΕΡΤ στον Σκάι και αλλού. Ο Βασίλης “μάτωνε” για την άποψη του. Κρίμα ρε Μπίλυ. Βιάστηκες. Στο καλό».

Συγκλόνισε ο επικήδειος συμμαθητή του Βασίλη Λυριτζή: «Για τρία χρόνια μοιραζόμουν μαζί σου το ίδιο θρανίο απ’ αυτό ξεκινήσαμε και στη συνέχεια μοιραστήκαμε τις πιο όμορφες στιγμές των εφηβικών μας χρόνων. Αγαπημένε Βασίλη εγώ δεν θα αναφερθώ στο πόσο ταλαντούχος δημοσιογράφος υπήρξες και με πόση αξιοπρέπεια υπηρέτησες σε όλη σου τη διαδρομή την τέταρτη εξουσία. Είμαι βέβαιος ότι όλα αυτά θα τα αναφέρουν οι άλλοι. Σου είχαμε δώσει το παρατσούκλι θάμνος λόγω των σγουρών μαλλιών σου. Είχες σκέψη με ωριμότητα και επιχειρήματα. Η χροιά της φωνής σου ήταν από τότε αναγνωρίσιμη και πολύ σύντομα έγινε οικεία και αγαπημένη σε όλους. Έχω την αίσθηση και δεν κάνω λάθος ότι όποια κουβέντα κι αν κάναμε μαζί σου σχεδόν πάντα την τελείωνες με μία επιτυχημένη ατάκα σου και σκάσαμε όλοι στα γέλια. Μοναδική περίπτωση για την οποία δε σηκώνεις μύγα στο σπαθί σου ήταν την ομάδα σου ο Θρύλος», είπε μεταξύ άλλων και κατέληξε: «Θα μας λείψεις ρε Βασίλη θα μας λείψεις. Ελπίζω να μου το έχεις συγχωρέσει όταν θα ξαναβρεθούμε εκεί πάνω ότι από όλους τους συμμαθητές σου αυτός που σε αποχαιρέτησε ήταν ένας βάζελος».

Ο δημοσιογράφος Σταύρος Καπάκος και φίλος του Βασίλη Λυριτζή μίλησε εκ μέρους του δημοσιογραφικού κόσμου. Φανερά συγκινημένος είπε: «Δύσκολο καθήκον να μπορέσω να σταθώ στα τρεμάμενα πόδια και να ξεπεράσω τον κόμπο που έχω στο λαιμό για να πω δυο λόγια αναγνώρισης και αγάπης». «…Δώσαμε και συνεχίζουμε να δίνουμε διαρκή αγώνα. Ήσουν ένα ξεχωριστό και πολύτιμο πετράδι της γενιάς μας. Άφησες ανεξίτηλο το αποτύπωμά σου και θα μείνεις για πάντα στο βιβλίο της μνήμης μας. Αγαπητέ συνάδελφε αγαπητέ φίλε η ΕΣΗΕΑ σε αποχαιρετά σε ευγνωμονεί και συμμετέχει στην θλίψη των δικών σου ανθρώπων».

Με αναφορά στην «Έρημη Χώρα» του Τ. Σ. Έλιοτ, περιέγραψε τον δημοσιογράφο, φίλο και σύντροφο Βασίλη Λυριτζή, παρουσία δεκάδων συναδέλφων και φίλων του εκλιπόντος, ο Νίκος Φίλης.

«Αποχαιρετούμε σήμερα έναν ακριβό σύντροφο, έναν συνάδελφο με ήθος, ένα καλό παιδί. Ο Βασίλης ήταν ένα παιδί της μεταπολίτευσης, ένα από τα χιλιάδες παιδιά που στον απόηχο του Πολυτεχνείου, ένιωσαν την ανάγκη να ονειρευτούν ένα νέο κόσμο και τη δύναμη να αλλάξουν τη ζωή τους, μέσα από τη συλλογική δράση, μέσα από τα κινήματα και τις οργανώσεις νεολαίας. Ειδικότερα ο Βασίλης, -όπως και πολλοί από εμάς- μέσα από τον ΡΗΓΑ και το ΚΚΕ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ, μέσα σε ένα συνεχές συγκινήσεων, απογοητεύσεων, αναθαρρήσεων, λες και μας διακατείχε μια ισχυρή ιστορική αισιοδοξία, με τη δημοκρατία ως βασική πυξίδα για το σήμερα και το αύριο, για τον ανθρώπινο σοσιαλισμό με δημοκρατία και ελευθερία.

Αυτή η μικρή εποποιΐα της Ανανεωτικής Αριστεράς έμελλε να αφήσει ισχυρές παρακαταθήκες, παρότι είχε σφραγιστεί κατά τρόπο αποδιαρθρωτικό από τις βιασύνες και τις εσωτερικές αντιφάσεις της. Ακόμη και μετά το 1989, όταν η διάλυση του “υπαρκτού” συμπαρέσυρε ή επηρέασε τελικώς όλες τις εκδοχές της Αριστεράς, ήταν αυτή η “μικρή Αριστερά μας” που συνέβαλε στην ανασυγκρότηση της Αριστεράς, στο άνοιγμα και το αντάμωμα με άλλες διαδρομές και τελικά στην ανάδυσή της ως ηγεμονική πολιτική δύναμη.

Πριν φθάσουμε όμως στο απροσδόκητο τέλος που αποδείχθηκε ότι υπήρξε μια νέα αρχή, είχαμε την ικανοποίηση να ζήσουμε νεανικά χρόνια με εντάσεις. Με την ένταση του έρωτα, με την πεποίθηση ότι το προσωπικό είναι και πολιτικό, με την επιδίωξη της ισοτιμίας, με τον αντιαυταρχισμό, με τους αγώνες για τον εκδημοκρατισμό της εκπαίδευσης, με τη δίψα για γνώσεις και εμπειρίες, με την ανοιχτή πρόσληψη των νέων πολιτιστικών ρευμάτων και ευαισθησιών, καθρέφτισμα των οποίων ήταν τα φεστιβάλ της ΑΥΓΗΣ και του ΘΟΥΡΙΟΥ. Κι όλα αυτά σαν ορμητικά κύματα προς έναν ορίζοντα ελευθερίας, που έδινε υπόσταση εδώ και τώρα στη ζωή μας και δεν αποτελούσε μια απόμακρη Δευτέρα Παρουσία.

Κι αυτή η βιωμένη αίσθηση ελευθερίας, συλλογικού προσδιορισμού και ατομικής αυτοπραγμάτωσης, έδωσε στον καθένα μας πολλές στιγμές και μνήμες που ανάλογα με τη ζωή που ακολουθήσαμε τις κουβαλούσαμε και τις κουβαλάμε πότε σαν τα χρόνια της αθωότητας και πότε σαν τα ισχυρά θεμέλια αξιών που επηρεάζουν την υποψιασμένη πια ζωή μας.

Ο Βασίλης (και δεν το λέω αυτό συμβατικά τη στιγμή του αποχαιρετισμού) υπήρξε μια μορφή, που γύρω της δημιουργήθηκαν ισχυροί προσωπικοί δεσμοί και πολιτικές συνομιλίες, αυτό που κάπως τετριμμένα πια ονομάζεται συντροφικότητα. Μια συντροφικότητα που προσδιόρισε ανεξίτηλα παρά με τις μελλοντικές διαφορετικές πορείες όχι μόνο την πολιτική και κοινωνική χειραφέτησή μας αλλά και τις ανθρώπινες σχέσεις μας. Μια μορφή, ο Βασίλης, τόσο στη Θεσσαλονίκη, όπου υπήρξε σημαντικό στέλεχος του φοιτητικού κινήματος, κεντρικό στέλεχος της Σπουδάζουσας και αργότερα ο αγαπημένος καθοδηγητής των μαθητών του ΡΗΓΑ, αλλά και μετέπειτα στην Αθήνα.

Ο Βασίλης, πάντα με το χαμόγελό του, το διακριτικό και ιδιαίτερο χιούμορ του, την ηθική του συγκρότηση, την πλατιά μόρφωση, την ικανότητά του να επιχειρηματολογεί χωρίς να βάζει τον άλλον απέναντί του, τη γενναιοδωρία του σε αισθήματα και πρακτική βοήθεια. Πάντα με σταθερή την προσήλωσή του στις αρχές της Ανανεωτικής Αριστεράς, αλλά, ταυτόχρονα ανοιχτός στο διάλογο και τις επισημάνσεις, ο Βασίλης εκείνα τα χρόνια υπήρξε το παράδειγμα ενός καθοδηγητή, όχι αφ` υψηλού, αλλά δίπλα, σαν αδελφός.

Αυτή η ευγένεια χαρακτήρα και η δημοκρατικότητα του Βασίλη καλλιεργημένη μέσα στη δημοκρατικότητα και τις αξίες της Ανανεωτικής Αριστεράς υπήρξε η ισχυρή πολιτική-πολιτισμική προδιάθεση που τον ενέπνευσε να περάσει από τη βιωματική πολιτική δράση στην επαγγελματική δημοσιογραφία. Ο Βασίλης γνώριζε ότι είδηση δεν είναι ό,τι συμφέρει το κόμμα κι ακόμη χειρότερα ό,τι συμφέρει την εργοδοσία και τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα. Απεχθανόταν τον λαϊκισμό και τον κιτρινισμό. Είχε συνείδηση της κοινωνικής αποστολής του δημοσιογράφου, του δικαιώματος, δηλαδή, του πολίτη να πληροφορείται χωρίς να χειραγωγείται. Κι αυτή η πολιτική στάση του επαγγελματία δημοσιογράφου Λυριτζή είχε ακόμη μεγαλύτερη αξία, γιατί ο Βασίλης δεν εργάστηκε σε προστατευμένο περιβάλλον αλλά έπεσε στα βαθιά νερά του ανταγωνισμού σε μια περίοδο που η δημοσιογραφία στιγματιζόταν από συμπεριφορές κυνισμού και μετατρεπόταν συχνά σε θεραπαινίδα της διαπλεκόμενης πολιτικής εξουσίας.

Ο Βασίλης κατόρθωσε να διαφυλάξει την αξιοπρέπειά του, δεν υπέκυψε στις επιταγές του lifestyle και στη φτήνια και κέρδισε μια ειλικρινή καθημερινή σχέση με τον πολίτη, κατέκτησε την εκτίμηση των συναδέλφων του και την αναγνώριση και την εμπιστοσύνη του κοινού. Γι` αυτό η αναπάντεχη είδηση του θανάτου του προκάλεσε τόσο μεγάλη συγκίνηση σε γνωστούς και αγνώστους καθώς δεν θα ξαναδούμε ποτέ στους δέκτες μας το γλυκό χαμόγελό του, την ευαισθησία και τη στοχαστικότητά του, στοιχεία τόσο εμφανή στην καθημερινή παρουσία του.

Αντίο Βασίλη!

Θα σε θυμόμαστε να σηκώνεις τα μανίκια σου, να κοιτάς μέσα από τα γυαλιά σου κι από κάτω προς τα πάνω, να χαϊδεύεις το γενάκι σου, παίζοντας μέσα στα δάκτυλά σου σκέψεις, οράματα, επιχειρήματα, πάντα δυναμικά επιχειρήματα, ώστε, να αναδειχθούν όχι μόνο οι αντιθέσεις αλλά και οι προσεγγίσεις. Και κυρίως για να αναδειχθούν οι αντιφάσεις εντός κάθε μιας από αυτές τις ιδέες και τις προσεγγίσεις. Θα θυμόμαστε το αφοπλιστικό χάρισμά σου, όπως είναι το χάρισμα εκείνου που στοχάζεται και βλέπει, βλέπει και νιώθει. Θα σε θυμόμαστε πάντοτε στη δύσκολη πορεία της γενιάς μας αλλά και των νεότερων γενιών που προσπαθούν να φτιάξουν τη δική τους ιστορία μέσα από τους δικούς τους δρόμους, μέσα στην κρίση, την ανασφάλεια, τον βαθύ σκοταδιστικό συντηρητισμό που εξαπλώνεται, την ακροδεξιά που σηκώνει κεφάλι και τις απειλητικές νουθεσίες των ισχυρών.

Θα σε θυμόμαστε και θα σε φανταζόμαστε πια παρέα με τον αγαπημένο σου Θέμο Βαφιά που προηγήθηκε κι αυτός τόσο πρόωρα και άδικα πριν λίγους μήνες, να επιδίδεστε σε ατέλειωτους διαλόγους, πειράγματα και παιχνίδια.

Αγαπημένε μας Βασίλη

Ο Απρίλης στάθηκε ο μήνας ο σκληρός. Στην αγαπημένη σου σύντροφο Ελένη, στα λατρεμένα σου παιδιά Μαριλένα και Δημήτρη μένει η ζεστασιά και η περηφάνεια της παρουσίας σου, η εντιμότητα και οι ηθικές βάσεις του παραδείγματός σου.

Αντίο Βασίλη!».

Ο πρόεδρος της Βουλής, Νίκος Βούτσης και μεταξύ άλλων, οι Νίκος Φίλης, Σταύρος Θεοδωράκης, Κωστής Χατζηδάκης, Αννα Μισέλ Ασημακοπούλου, Ρένα Δούρου, Κώστας Λαλιώτης, Σταμάτης Μαλέλης, Τζόνι Καλημέρης, Θανάσης Θεοχαρόπουλος, Νίκος Σηφουνάκης, Παύλος Τσίμας, Γιώργος Μητσικώστας, Μάριος Γεωργιάδης, Στέργιος Πιτσιόρλας, Παναγιώτης Ρήγας, Σταύρος Κοντονής, Γρηγόρης Ψαριανός, Νίκος Σαντορινιός, Τάσος Παπάς, και άλλοι.

Ο Κώστας Γιαννακίδης, με ένα συγκλονιστικό κείμενο στο protagon.gr αποχαιρέτισε τον φίλο και κουμπάρο του, τον άνθρωπο που περιγράφει ως φάρο ρεαλισμού, κοινής λογικής και ηθικού προσδιορισμού. Ο Βασίλης Λυριτζής, γράφει, λειτουργούσε ως μπούσουλας για τους ανθρώπους γύρω του.

«Ο Βασίλης πέθανε στις 05.10 το πρωί της Τρίτης, στο δωμάτιο 2662, στον έκτο όροφο του Άγιου Σάββα. Πέθανε ακριβώς την ώρα που, για χρόνια, έβαζε το ξυπνητήρι του για να πάει στη δουλειά, στο ραδιόφωνο ή στην τηλεόραση. Εκείνη την ώρα διάλεξε για να βυθιστεί στον αιώνιο ύπνο ένας άνθρωπος που δεν διέθετε πάνω από τέσσερις-πέντε ώρες τη μέρα στη συνάντησή του με τον Μορφέα. (…) Στάθηκε γενναία απέναντι στον θάνατο. Το εννοώ, δεν είναι προσχηματικό. Το δέχθηκε και το διαχειρίστηκε με πραότητα. Με ένα σήκωμα των ώμων. Και εμείς γύρω του να βιώνουμε το αδιανόητο. (…)

Παράκληση της οικογένειάς του προς όσους θα βρεθούν το μεσημέρι της Τετάρτης στο Α’ Νεκροταφείο για να αποχαιρετίσουν τον Βασίλη Λυριτζή είναι αντί στεφάνων, να ενισχυθεί ο Σύλλογος Γονιών Παιδιών με Καρκίνο «Φλόγα». Με τη σύζυγο του Ελένη Αντωνιάδη απέκτησαν δυο παιδιά, τη Μαριλένα και το Δημήτρη.

Αντίο Βασίλη».

Ήταν όλοι εκεί για το «ύστατο χαίρε»

Στο Α’ Νεκροταφείο βρίσκονται ήδη ο αδερφικός του φίλος και επί χρόνια επαγγελματικός συνοδοιπόρος Δημήτρης Οικονόμου, αλλά και πολλοί ακόμα εκπρόσωποι του πολιτικού και δημοσιογραφικού κόσμου.

Ο Βασίλης Λυριτζής γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης το 1957 και μεγάλωσε στην Αθήνα με τους γονείς του και τον αδελφό του Μάνο. Τελειώνοντας το σχολείο πήγε για σπουδές στη Φιλοσοφική Θεσσαλονίκης στο τμήμα της Ιταλικής Φιλολογίας. Εκεί έκανε τα πρώτα του δημοσιογραφικά βήματα, παράλληλα με την σημαντική πολιτική του δράση στην ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος του ΚΚΕ Εσωτερικού.

Έκανε τη θητεία του στο Μανταμάδο της Μυτιλήνης και επέστρεψε στην Αθήνα στη «μάχιμη» δημοσιογραφία στην εφημερίδα Αυγή και λίγο αργότερα, το 1990, στον νεοσύστατο τότε ραδιοφωνικό σταθμό Flash 9,61. Συντάκτης αρχικά, αρχισυντάκτης και παρουσιαστής αργότερα του βραδινού δελτίου, ενώ στην συνέχεια μαζί με τον Δημήτρη Οικονόμου αναλαμβάνει το πρωινό μαγκαζίνο του σταθμού. Ο κύκλος του Flash έκλεισε για τον Βασίλη Λυριτζή έχοντας στήσει ένα από τα πρώτα ενημερωτικά site στην Ελλάδα, το www.flash.gr.

Ακολούθησε η τηλεόραση μέχρι τους «τίτλους τέλους» της εκπομπής «Πρώτη Γραμμή» το καλοκαίρι του 2017. Ο Βασίλης Λυριτζής συνέχισε την πρωινή ενημέρωση από το ραδιόφωνο του Real Fm, και την εφημερίδα «Έθνος».

«Ήταν περίπου ένα μήνα στο νοσοκομείο, επιδεινώθηκε ραγδαία η κατάσταση της υγείας του, είχε προβλήματα τους τελευταίους 2-3 μήνες και δυστυχώς πριν από λίγη ώρα κατέληξε» είπε το πρωί της Τρίτης ο Δημήτρης Οικονόμου ανακοινώνοντας τον θάνατο του Βασίλη Λυριτζή. Μαζί επί χρόνια ως ραδιοφωνικό δίδυμο κι έπειτα ως τηλεοπτικό, πρώτα στην ΕΡΤ και μετά στον ΣΚΑΙ, χώρισαν δημοσιογραφικά το καλοκαίρι του 2017, όταν ο Λυριτζής έφυγε από το κανάλι του Φαλήρου.

Ιδιαίτερα συγκινημένος ήταν και ο Δημήτρης Καμπουράκης, ο τελευταίος παρτενέρ του Βασίλη Λυριτζή στο ραδιόφωνο. Μιλώντας για τον ξαφνικό θάνατο του αγαπημένου δημοσιογράφου, ο κ. Καμπουράκης περιέγραψε την περιπέτεια με τον καρκίνο που νίκησε σε σύντομο χρονικό διάστημα τον Βασίλη Λυριτζή.

Μιλώντας στον Real είπε, «ο Βασίλης αρρώστησε στο τέλος του χρόνου. Τέλος Νοέμβρη, ένα πρωί, ενώ ήταν να πάμε στην εκπομπή, με πήρε τηλέφωνο και μου είπε πάω στον Ευαγγελισμό γιατί δεν μπορώ να μιλήσω. Έκανε εξετάσεις και πήγε κατευθείαν σπίτι του. Θεωρήσαμε ότι είχε πάθει κάποιο μικρό εγκεφαλικό επεισόδιο, το οποίο επηρέασε την ομιλία του. Έμεινε 20 μέρες εκτός και γύρισε στον σταθμό και κάναμε κανονικά την εκπομπή», είπε ο Δημήτρης Καμπουράκης, σε τηλεοπτική εκπομπή του ΣΚΑΙ.

«Ξαφνικά μέσα σε μια εβδομάδα είχε μια δραματική επιδείνωση. Έφυγε μόνος του για να δει τι γίνεται και δεν ξαναγύρισε, πέθανε. Νοσηλεύτηκε στον Άγιο Σάββα για έναν μήνα περίπου και κατέληξε, δυστυχώς» δήλωσε ο δημοσιογράφος.

«Το τελευταίο δεκαπενθήμερο ξέραμε ότι αυτή θα ήταν η κατάληξη», ανέφερε. «Δεν φανταζόμασταν ότι θα είναι και τόσο σύντομη αλλά ξέραμε ότι τα πράγματα ήταν μη αναστρέψιμα» είπε χαρακτηριστικά.